Η υπογεννητικότητα μαστίζει την Ελλάδα, καθώς όπως δείχνουν τα επίσημα στοιχεία, ο πληθυσμός της χώρας μας βαίνει μειούμενος και γηραιότερος, με την πάροδο του χρόνου.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι οι γεννήσεις που καταγράφηκαν το έτος 2023, θα είναι οι λιγότερες που σημειώθηκαν στην Ελλάδα τα τελευταία 91 χρόνια.
Αυτό τουλάχιστον προκύπτει από τα μέχρι τώρα στοιχεία των ληξιαρχείων που παρουσιάζει η εφημερίδα «Απογευματινή», και της ΕΛΣΤΑΤ, καθώς αναμένεται ότι που έφυγε η στατιστική θα καταγράψει λιγότερες από 73.000 γεννήσεις παιδιών στη χώρα.
Αριθμός που αποτελεί τη χειρότερη επίδοση από το 1932, οπότε η ΕΛΣΤΑΤ άρχισα να δημοσιεύει τον ετήσιο αριθμό γεννήσεων. Μάλιστα αυτή η επικίνδυνη για το δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδας μείωση φαίνεται πως έχει αρχίσει ήδη από το 2016.
Αναλυτικά, η ΕΛΣΤΑΤ κατέγραψε:
92.898 γεννήσεις το 2016
88.533 γεννήσεις το 2017
86.440 γεννήσεις το 2018
83.756 γεννήσεις το 2019
84.764 γεννήσεις το 2020
85.346 γεννήσεις το 2021
76.095 γεννήσεις το 2022
Μέχρι στιγμής για το 2023, από τα ληξιαρχεία της χώρας, έχουν γεννηθεί 72.244 παιδιά.
Δυσοίωνες προβλέψεις για την Ελλάδα – Πόσοι Έλληνες θα είναι το 2050
Ανησυχία δημιουργεί ο ρυθμός μείωσης του πληθυσμού στην Ελλάδα, με τις δημογραφικές προβλέψεις να είναι ιδιαίτερα δυσοίωνες.
Ο μόνιμος πληθυσμός της χώρας την 1η Ιανουαρίου 2023 εκτιμάται σε 10.413.982 άτομα, με 5.090.591 άνδρες και 5.323.391 γυναίκες. Συγκριτικά με την 1η Ιανουαρίου 2022, ο πληθυσμός μειώθηκε κατά 0,5%. Από 10.461.627 άτομα μειώθηκε σε 10.413.982 μόλις σε ένα έτος.
Όπως καταγράφουν τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το 2023, ο πληθυσμός ηλικίας 0-14 ετών ανήλθε σε 13,4% του συνολικού πληθυσμού, έναντι 63,7% του πληθυσμού 15-64 ετών και 22,9% 65 ετών και άνω. Ο δείκτης γήρανσης ανήλθε σε 171,8.
Κατά το ίδιο διάστημα η καθαρή μετανάστευση εκτιμάται σε 16.355 άτομα, που αντιστοιχεί στη διαφορά μεταξύ 92.662 εισερχομένων και 80.307 εξερχομένων μεταναστών.
Ωστόσο, μεγαλύτερη ανησυχία προσδίδει η συνολικότερη εικόνα των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, καθώς από το 1950 έως σήμερα παρατηρείται μια σταθερή μείωση των γεννήσεων. Από το 1951 έως και το 1960 καταγράφηκαν 1,542 εκατ. γεννήσεις και 579.000 θάνατοι, ενώ από το 1961 έως και το 1970 οι αριθμοί ανήλθαν σε 1.532 εκατ. και 693.000 αντίστοιχα. Από το 1971 – 1980 καταγράφηκαν 1,439 εκατ. γεννήσεις και 801.000 θανάτους και από το 1981 έως και το 1990 1,183 εκατ. γεννήσεις και 907.000 θανάτους. Και η αρνητική αυτή πορεία ακολουθείται και τις επόμενες δεκαετίες. Η τάση αυτή επιδεινώνεται με την πάροδο του χρόνου. Μετά το 2010 οι γεννήσεις στη χώρα μας υπολείπονται όλο και περισσότερο των θανάτων.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, ο πληθυσμός της Ελλάδας αναμένεται το 2050 να παρουσιάσει νέα δραματική μείωση κατά 1 εκατ. Ειδικοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου όχι μόνο για την κοινωνία, αλλά και για την οικονομία, καθώς η μείωση του πληθυσμού φαίνεται να έχει αρνητικές επιπτώσεις και στο ΑΕΠ και στην αγορά εργασίας, σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας Κυριακάτικης Απογευματινής.
Εκτιμάται από τους ειδικούς πως το πλήθος των ατόμων σε αναπαραγωγική ηλικία θα συνεχίσει να μειώνεται μέχρι και το 2050.
Στο αισιόδοξο σενάριο που καταγράφεται στο δημοσίευμα, οι γεννήσεις της επόμενης 27ετίας δεν αναμένεται να υπερβούν τις 85.000 ετησίως, με αποτέλεσμα το φυσικό ισοζύγιο να είναι αρνητικό κατά 1,15 εκατ. Σε αντίθετη περίπτωση οι γεννήσεις θα υπερβούν μόλις τα 2 εκατ. και το φυσικό ισοζύγιο θα είναι αρνητικό κατά 1,4 εκατ.